Οι δημιουργοί του νεότερου ελληνικού τραγουδιού και οι κληρονόμοι βαρέων του ονομάτων, μέσα στο κρύο, κάτω απ’ το υπουργείο Πολιτισμού με παλτά και σκούφους ζητούν το αυτονόητο.
Το αυτοκέφαλο και αυτοδιοίκητο της δημιουργίας τους που πολλαπλασιαστικά ζει πάνω από χίλιους αλυσιδωτούς εργασιακούς κλάδους και διατηρεί το φρόνημα και τον Πολιτισμό ενός καθημαγμένου κόσμου. Πολλοί το ξεχνούν αλλά εδώ είμαστε να τους το θυμίζουμε. Το ελληνικό τραγούδι για την αποικία τούτη έφερε πάντα τον βαρύ ρόλο της ανάταξης, του αναστοχασμού, της παρηγοριάς. Ενός υλικού πολιτισμού που συνέβαλε στις ταυτότητες δυναμικά, τις επηρέαζε, τις καθόριζε, τις αναπαρήγαγε, τις αναθεωρούσε. Σε οποιαδήποτε άλλη χώρα με δομές- δεν εξετάζω το αν είναι καπιταλιστική, φεουδαρχική, λαικοδημοκρατική- οι δημιουργοί αυτού του πλούτου θα ήταν αυτονόητο πως θα υπάγονταν σε έναν ενιαίο φορέα απόδοσης, καταγραφής, είσπραξης, αναπαραγωγής του έργου τους. Σήμερα, έχουν φτάσει στην μέση μιας λύσης. Και εξαρτάται απ’ την πολιτική βούληση της σημερινής εκλεγμένης ελληνικής κυβέρνησης να λύσει τον γόρδιο δεσμό και να επιταχύνει την αδειοδότηση ενός νέου φορέα πνευματικών δικαιωμάτων. Δεν υπάρχει δικαιολογία και παρότι η σημερινή εκλεγμένη ελληνική κυβέρνηση έχει ασθενείς δεσμούς με την πραγματική Αριστεία της Κοινωνίας. Ενώνω την φωνή μου με το σύνολο των ελλήνων δημιουργών του τραγουδιού μας. Αλλιώς θεωρώ την σιωπή τους και άρα την άρση της εκτέλεσης του έργου τους από παντού- με δική τους απόφαση- επιβεβλημένη.